top of page

Συμβουλευτική διαζυγίου

Συμβουλευτική γονέων και διαζύγιο

Σύμφωνα με το DSM  το διαζύγιο, με τις συνακόλουθες απώλειες, πραγματιστικές και συναισθηματικές, ανήκει στην κλίμακα των ιδιαίτερα στρεσογόνων καταταστάσεων οι οποίες προκαλούν ή εκλύουν ενίοτε και μείζονος σημασίας ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές.

Απότοκο αυτής της κατάστασης είναι οι πρώην σύζυγοι να παρουσιάζουν, σε αρκετά μεγάλη συχνότητα, όπως καταδεικνύουν πολλές σχετικές έρευνες, νέες μορφές συμπεριφοράς, που τους καθιστούν λιγότερο λειτουργικούς στην καθημερινότητά τους αλλά και στη διασαφήνιση των προτεραιοτήτων τους.

Επίσης,  ένα σχετικό μεγάλο ποσοστό, εμφανίζει χαρακτηριστικά που εμπίπτουν στις κατηγορίες των διαταραχών προσωπικότητας, σύμφωνα με την ίδια κλίμακα αλλά και αυτήν της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας. (ICD 10).

Είναι επίσης αυταπόδεικτο ότι, εάν προϋπάρχει οποιαδήποτε μορφής συναισθηματική ή ψυχιατρική διαταραχή, αυτή επιτείνεται και εκδηλώνεται με όλα τα συμπτώματα που την χαρακτηρίζουν.

Ο χρόνος, η συχνότητα και η επιδείνωση των διαταραχών, φαίνεται να συνδέονται άμεσα με τις τυπικές διαδικασίες του διαζυγίου, όπως οι δικαστικές πράξεις, οι τυχόν διαμάχες κατά τη διάρκεια των διαπραγματέυσεων για την επιμέλεια ή τις περιουσιακές διεκδικήσεις.

Το διαζύγιο, λοιπόν, ακόμα και το απολύτως συναινετικό, συνιστά ένα ψυχοτραυματικό  γεγονός. Εάν συνοδεύεται και από παρατεταμένες διαμάχες, από αλληλοκατηγορίες πάσης φύσεως, από αμφισβήτιση της ικανότητας του άλλου ως συζύγου ή ως γονιού, από μηνύσεις, συκοφαντίες, συνομωσίες, παράδοξες συμμαχίες και τόσα άλλα που διαδραματίζονται στα δικηγορικά γραφεία και στις δικαστικές αίθουσες, κατανοούμε πόσο επιβαρύνεται η ψυχολογική κατάσταση των ατόμων που εμπλέκονται.

Από όλα αυτά, αλλά και από την καθημερινή εμπειρία όλων των επαγγελματιών που εμπλέκονται σε αυτή τη φάση της ζωής των πελατών τους, προκύπτει ότι πραγματικά, χρειάζονται παράλληλα με τη νομική και τη συναισθηματική υποστήριξη, για να αντιμετωπίσουν το φάσμα των αλλαγών και των εντάσεων που συμβαίνουν σε προσωπικό, οικογενειακό αλλά και σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο.

Σε αυτό ακριβώς το φάσμα, και σε συνεργασία με τον νομικό, υπεισέρχεται η διαμεσολαβητική  συμβουλευτική, η οποία απευθύνεται κυρίως σε άτομα που διαριγνύουν το συζυγικό δεσμό, αλλά βεβαίως δεν χάνουν ούτε απαξιώνουν το γονεϊκό τους ρόλο, ο οποίος όμως τώρα πλέον πρέπει να επαναπροσδιορισθεί στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας.

Συνεπώς ο ιδιαίτερος αλλά και βασικός στόχος της διαμεσολαβητικής συμβουλευτικής, κατά τη φάση του διαζυγίου, είναι να βοηθήσει τις οικογένειες που βρίσκονται σε αυτή τη μεταβατική φάση της ζωής τους.

Να διευκολύνει δηλαδή τις δυο μονογονεϊκές οικογένειες που θα δημιουργηθούν μετά το διαζύγιο, να αποκτήσουν μια δομή που θα ικανοποιεί τις ανάγκες των μελών τους.

Να διαπραγματευτούν συναισθηματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την διαδικασία αναγκαστικής αναπροσαρμογής σε μια νέα πραγματικότητα που αλλάζει την καθημερινότητα όλων, και των γονέων και των παιδιών.

Όπως έχει, από την εμπειρία όλων μας διαπιστωθεί, συχνά, η έννοια και το περιεχόμενο της ευημερίας των παιδιών και των αναγκών τους, όπως μεταφράζονται από τους «αντίπαλους» πλέον γονείς,  διαφέρουν πολύ.

Και αυτές οι διαφορετικές μεταφράσεις  δημιουργούν πολλά προβλήματα σε όλους και κυρίως στα ίδια τα παιδιά που γίνονται και το «τρόπαιο» αλλά και οι αποδέκτες της διένεξης των γονιών τους.

Ουσιαστικά λοιπόν η διαμεσολαβητική συμβουλευτική στοχεύει κυρίως στο να διευκολύνει τη συνεργασία των πρώην συζύγων -αλλά πάντα γονέων – να βελτιώσουν τη γονεϊκή συμπεριφορά  τους αλλά και να αναπτύξουν δεξιότητες συνεργασίας προς όφελος των παιδιών τους,

  • Ο τρόπος που θα ορισθεί και θα συμφωνηθεί η επιμέλεια των παιδιών

  • οι επισκέψεις

  • η διαμονή στον άλλο γονέα

  • η γονεϊκή μέριμνα

  • οι δραστηριότητες που θα γίνουν

  • οι οικονομικές υποχρεώσεις που θα προκύψουν και δε θα καλύπτονται από τη συμφωνία της «διατροφής»

  • αλλά και πολλά άλλα, δομούν μια συμφωνία που πρέπει να αποκρυσταλλωθεί και να αποτελέσει ένα σταθερό σημείο αναφοράς για όλους.

Η διαμεσολαβητική συμβουλευτική βοηθά σε όλα αυτά, πάντα βεβαίως σε συνεργασία με το νομικό. Είναι μια σύντομη συμβουλευτική παρέμβαση, με σαφές και επικεντρωμένο σκοπό, ο οποίος συνδυάζει θεραπευτικό και συμβουλευτικό περιεχόμενο και στοχεύει στην εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των γονέων, ώστε να εγκαταστήσουν μια ικανοποιητική και ασφαλή σχέση με τα παιδιά τους.

Η διαμεσολαβητική συμβουλευτική συνεπώς, απευθύνεται κυρίως σε γονείς που βρίσκονται σε φάση διαζυγίου και αντιμετωπίζουν προσωπικά και συναισθηματικά προβλήματα αλλά και ζητήματα που αφορούν τη γονεϊκή τους ταυτότητα.

 Στόχος της διαμεσολαβητικής συμβουλευτικής είναι με την παρέμβση του/των συμβούλων, να αμβλυνθούν οι διαταραχές στη ζωή των εμπλεκομένων καθώς και οι διαμάχες που συνδέονται με το διαζύγιο. Επίσης να βελτιώσει, όπου χρειάζεται,  την ποιότητα των σχέσεων γονέων και παιδιών και συνεπώς να απομακρύνει την πιθανότητα εμφάνισης συναισθηματικών προβλημάτων στα παιδιά.

 Σε πρώτο επίπεδο προσεγγίζονται συμβουλευτικά αισθήματα απαξίωσης, απόρριψης, ταπείνωσης, απελπισίας, φόβου μοναξιάς, έλλειψης εμπιστοσύνης, εριστικότητας ή εκδικητικής διάθεσης, αποξένωσης, κοινωνικής φοβίας κ.α. που συχνά βιώνουν τα άτομα που βρίσκονται σε διαδικασία διαζυγίου.

 Σε δεύτερο επίπεδο η συμβουλευτική επικεντρώνεται στο περιεχόμενο της γονεϊκής ταυτότητας και στο πως επηρεάζεται από τα παραπάνω αρνητικά συναισθήματα. Η συμβουλευτική παρέμβαση δηλαδή επικεντρώνεται στην προσπάθεια απαγκίστρωσης του ατόμου από αυτά τα δυσλειτουργικά συναισθηματικά φορτία και η εκ νέου συναισθηματική απαρτίωσή του με μοχλό το γονεϊκό του ρόλο. 

Οι φάσεις της διαμεσολαβητικής συμβουλευτικής είναι συνήθως τρεις:

Στην πρώτη φάση προετοιμάζεται η επικοινωνία με τον κάθε γονέα ξεχωριστά και διερευνάται το περιεχόμενο της αντιδικίας, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας κάθε γονέα, το περιεχόμενο των σκέψεών του σχετικά με τις ανάγκες του ή των παιδιών καθώς και τα σημεία «δυσπιστίας», ή αμφισβήτησης του άλλου γονέα.

Κατά τη δεύτερη φάση, γίνεται προσπάθεια διαπραγμάτευσης, στην οποία τίθενται με σειρά προτεραιότητας, τα ανοιχτά θέματα και διερευνώνται οι πιθανές προσεγγίσεις και συμφωνίες, με σεβασμό στις ψυχολογικές και συναισθηματικές ανάγκες του ή των παιδιών.

Η τρίτη φάση είναι ουσιαστικά αυτή της εφαρμογής των συμφωνιών και των ρυθμίσεων, κατά την οποία ο σύμβουλος είναι δίπλα στους γονείς και βοηθά στην σταθεροποίηση των συμφωνιών καθώς και στην επίλυση όποιων ζητημάτων προκύψουν ή επανέλθουν από τους γονείς.

Tο διαζύγιο αποτελεί ένα από τα πιο συχνά γεγονότα στη ζωή μεγάλου ποσοστού παιδιών στη χώρα μας. Πρόκειται για μία περίπλοκη διαδικασία που επηρεάζει ταυτόχρονα διάφορους τομείς στη ζωή της οικογένειας και του παιδιού, όπως η κοινωνική και οικονομική κατάσταση, η κατοικία και το σχολείο.

Συχνά οι αλλαγές αυτές συνοδεύονται από συγκρούσεις, δυσκολίες επικοινωνίας μεταξύ των γονιών και των παιδιών καθώς και ψυχο-συναισθηματική διαταραχή στους γονείς.

Παρ’ όλο που το διαζύγιο ως γεγονός μπορεί να ευθύνεται για μια σειρά προβλημάτων συμπεριφοράς και προσαρμογής στα παιδιά, τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι εξίσου αρνητικά με το ίδιο το διαζύγιο, επηρεάζουν οι συγκρούσεις και τα προβλήματα μεταξύ των γονιών πριν από το διαζύγιο. Οι συγκρούσεις αυτές μάλιστα, ανάλογα με την ένταση και την συχνότητά τους, βρέθηκε ότι σχετίζονται με την κατάθλιψη, τις διαταραχές διαγωγής και άλλα ψυχολογικά προβλήματα σε νέους ενήλικες.

Το πώς θα αντιδράσει κάποιο παιδί στο διαζύγιο έχει να κάνει με παράγοντες όπως η ιδιοσυγκρασία του, το φύλο (π.χ. στα αγόρια διαταράσσεται περισσότερο το πατρικό πρότυπο αν ο πατέρας αποχωρήσει από την οικογένεια και δεν διατηρήσει ουσιαστική σχέση), η σωματική υγεία και η σχέση του με τους γονείς πριν το διαζύγιο. Επιπλέον, η ίδια η διαδικασία του διαζυγίου, ο χρόνος μετά το διαζύγιο και η ποιότητα της φροντίδας και της ανατροφής είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες. Τέλος, οι παράγοντες που καθορίζουν περισσότερο την αντίδραση αλλά και τη μετέπειτα ζωή του παιδιού είναι η σοβαρότητα, η ένταση και η διάρκεια των συγκρούσεων μεταξύ των γονιών.

Η κατάσταση βέβαια γίνεται ακόμα πιο δύσκολη όταν οι συγκρούσεις εστιάζονται στο παιδί. Τότε το παιδί γεμίζει με ενοχές, ντροπή και φόβο. Στις μικρότερες ηλικίες (βρέφη και νήπια) μπορούν να προκαλέσουν συναισθηματική ανασφάλεια και διαταραχή στους δεσμούς με τους γονείς ενώ στα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους προκαλούν διαταραχή στη συμπεριφορά τους.

Το διαζύγιο λοιπόν είναι κάτι επίπονο που μπορεί να συμβεί στον οποιοδήποτε. Αυτό όμως που δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε να συμβεί κατά το διαζύγιο σε ένα παιδί, είναι όλα τα παραπάνω. Έτσι, το παιδί που θα εκτεθεί λιγότερο στις συγκρούσεις των γονέων σε συνδυασμό βέβαια και με άλλους παράγοντες, θα αντιμετωπίσει πολύ καλύτερα το τραγικό συμβάν της διάσπασης της οικογένειάς του. Οι καλές σχέσεις με τους γονείς ή άλλα σημαντικά πρόσωπα της οικογένειας, η υποστήριξη από τα αδέρφια και τους συνομήλικους καθώς και η ψυχολογική κατάσταση των γονέων πριν-κατά τη διάρκεια-και μετά τον χωρισμό είναι αυτά που θα επηρεάσουν την αντίδραση του παιδιού.

Έτσι, ακολουθώντας τις παρακάτω συμβουλές, προσπαθήστε να δώσετε χώρο στο παιδί σας να εκφράσει τα συναισθήματά του και ενδυναμώστε το ώστε να αντιμετωπίσει με τον λιγότερο επώδυνο τρόπο το διαζύγιό σας. Ο τρόπος με τον οποίο θα λειτουργήσετε σε όλες τις φάσεις του διαζυγίου θα αποτελέσει πρότυπο μίμησης για τις ενήλικες σχέσεις και τη δημιουργία οικογένειας του παιδιού σας.

Συμβουλές προς τους γονείς

  • Ανακοινώστε το διαζύγιο στο παιδί και οι δύο μαζί, χωρίς να το αιφνιδιάσετε.

  • Απενοχοποιήστε γρήγορα το παιδί και τονίστε του ότι δεν ευθύνεται για το παραμικρό.

  • Διαβεβαιώστε το ότι θα το αγαπάτε και οι δυο πάντα και δεν πρόκειται να το εγκαταλείψετε.

  • Ενθαρρύνετέ το να εκφράσει τα συναισθήματά του και να κάνει ερωτήσεις.

  • Απαντήστε με ειλικρίνεια και ευαισθησία, χωρίς να κρύψετε τα συναισθήματά σας.

  • Αποφύγετε να εμπλέξετε το παιδί στην υποστήριξη του ενός γονέα.

  • Εξηγήστε του λεπτομερώς το πώς θα οργανωθεί στο εξής η ζωή του.

  • Αναλάβετε τη φροντίδα του παιδιού και ελέγχετε επαρκώς τις δραστηριότητές του.

  • Αποφύγετε τις συγκρούσεις μπροστά στο παιδί.

  • Αποφύγετε να μιλάτε άσχημα για τον άλλο γονέα μπροστά στο παιδί.

  • Διατηρήστε ποιοτικές επαφές μεταξύ παιδιού και του γονέα που δεν ζει με το παιδί.

  • Ενημερώστε το σχολείο του και μην καταφεύγετε σε υλικά ανταλλάγματα.

  • Δώστε του χρόνο να διαχειριστεί τη νέα κατάσταση.

  • Απευθυνθείτε σε ειδικό όταν αυτό είναι χρήσιμο για την καλύτερη ένταξη του παιδιού και του εαυτού σας στη νέα κατάσταση.

  • Φροντίστε τον εαυτό σας και διδαχθείτε από τυχόν λάθη σας.

 

Να θυμάστε πως για τα παιδιά σας, πάντα θα είστε ο πατέρας και η μητέρα τους. Πρώην σύζυγοι υπάρχουν, δεν υπάρχουν όμως πρώην παιδιά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  1. Ναουρί, Α. (2012). Εκπαιδεύοντας τα παιδιά. Όρια στην παιδική παντοδυναμία. Εκδόσεις Κέλευθος.

  2. Παπαγεωργίου, Β. (2005). Ψυχιατρική παιδιών και εφήβων. University Studio Press. Θεσσαλονίκη.

Screen Shot 2020-09-24 at 3.43.12 PM.png

"The purpose of psychotherapy is to set people free"

bottom of page